“Με την έννοια «ασύμμετρη» εννοούμε εκείνη την απειλή, η οποία δεν αποσκοπεί να συντρίψει τις άμυνες του στόχου της, με τη χρήση όλων των δυνάμεων της, αλλά να τις ξεπεράσει και να χτυπήσει στα αδύνατά του σημεία. Δηλαδή, μια μεθοδολογία προσβολής ενός στόχου, η οποία «σκοπεύει» στις «αχίλλειες πτέρνες» του, προσαρμόζοντας την ισχύ της στις αδυναμίες του στόχου της. Ένα σημαντικό στοιχείο για τις απειλές αυτής της κατηγορίας αποτελεί το ότι, είναι απροσδόκητες και απρόσμενες ή κρυφές - δεν τις περιμένουμε λοιπόν και κατά συνέπεια δεν έχουμε προβλέψει άμυνες για αυτές.
Περαιτέρω, μια ειδική κατηγορία ασύμμετρων απειλών είναι παλαιές απειλές, οι οποίες «μεταλλάσσονται» - εξελίσσονται δηλαδή σε κάτι διαφορετικό από την αρχική τους μορφή. Για παράδειγμα μία ασύμμετρη απειλή (μια παλαιά, «κλασική» δηλαδή απειλή), η οποία έχει «μεταλλαχθεί», είναι η αξιοποίηση των οικονομικών όπλων εναντίον των αδύναμων χωρών - από τις οποίες εξαρτώνται συνεχώς περισσότερο οι προηγμένες τεχνολογικά χώρες, όσον αφορά τα τρόφιμα, τις πρώτες ύλες, την κατανάλωση των τεχνολογικών ή άλλων προϊόντων παραγωγής τους, τον τουρισμό κλπ.
Τα οικονομικά αυτά όπλα λειτουργούν σε ένα νέο «γεωπολιτικό πλαίσιο», το οποίο παρομοιάζεται με έναν γκρίζο μανδύα που ενοποιεί την ειρήνη με τον πόλεμο – αφού χρησιμοποιούνται με στόχο να μεταλλάξουν τις ανεξάρτητες χώρες σε προτεκτοράτα, σε δορυφόρους δηλαδή των τεχνολογικά ανεπτυγμένων κρατών με τη βοήθεια, με τη συνενοχή καλύτερα της τοπικής άρχουσας τάξης. Ουσιαστικά φαίνεται πως έχουν αντικαταστήσει πια το πεπαλαιωμένο «δόγμα του σοκ», με τη βοήθεια του οποίου λειτουργούσαν μέχρι πρόσφατα τα «εργαλεία» των Η.Π.Α. – η Σχολή του Σικάγου, ο ΠΟΕ, η Παγκόσμια τράπεζα και το ΔΝΤ”.
Το παραπάνω κείμενο έχει σκοπό αφενός μεν να εξηγήσει τον τίτλο του άρθρου μας, έτσι ώστε να μην θεωρηθεί «κενός περιεχομένου», αφετέρου να τονίσει το διπλό, γεωπολιτικό πόλεμο, στον οποίο είναι εκτεθειμένη η Ελλάδα - ευρισκόμενη στη δίνη του κυκλώνα. Ο διττός αυτός πόλεμος είναι από τη μία πλευρά προϊόν της ασύμμετρης παγκοσμιοποίησης, όπου ο ελλειμματικές χώρες (κυρίως οι Η.Π.Α.) ευρίσκονται αντιμέτωπες με τις πλεονασματικές, καθώς επίσης οι τεχνολογικά προηγμένες με τις πλούσιες σε φυσικούς πόρους, ενώ από την άλλη πλευρά ενδοευρωπαϊκός – με την πλεονασματική, αλλά σχετικά φτωχή σε φυσικούς πόρους μερκαντιλιστική Γερμανία, να απειλεί την εθνική κυριαρχία όλων των χωρών της Ευρωζώνης και κατ’ επέκταση της ΕΕ.
Στα πλαίσια αυτά, οι συνεχείς επιθέσεις των εταιρειών αξιολόγησης στις «αχίλλειες πτέρνες» της Ευρωζώνης, στις χώρες του νότου, είναι δυνατόν να εξυπηρετούν πολλά διαφορετικά, κρυφά ή μη, συμφέροντα – ενδεχομένως αντικρουόμενα. Για παράδειγμα, τις ηγεμονικές βλέψεις της Γερμανίας, την προστασία του δολαρίου από την κατάρρευση, τη διατήρηση του ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος, την «κατάληψη» της ΕΕ από τις Η.Π.Α. με τη βοήθεια του ΔΝΤ, την «εκδίωξη» της Κίνας από τις δυτικές αγορές, την διάλυση της Ευρωζώνης, την κυριαρχία του Καρτέλ και των τραπεζών επί της Πολιτικής κλπ.
Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι, οι εκτιμήσεις των τριών αδελφών για τα οικονομικά των θυμάτων τους είναι λανθασμένες ή ότι δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους – αφού επιβεβαιώνουν όλα όσα είναι από καιρό γνωστά στις «αγορές». Εν τούτοις, δεν παύουν να λειτουργούν παράλληλα ως «αυτοεκπληρούμενες» προφητείες, επιδεινώνοντας τα υφιστάμενα προβλήματα πολλών χωρών, οι οποίες οδηγούνται μονοδρομημένα στη χρεοκοπία – αποτελώντας τα θύματα του πρώτου παγκοσμίου οικονομικού πολέμου, ο οποίος μέρα με την ημέρα γίνεται όλο και πιο καταστροφικός.
Η ΣΤΑΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΚΑΙ Η ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ
Ειδικά όσον αφορά τη στάση πληρωμών, σημαίνει ότι η χώρα που υποχρεώνεται να την επιλέξει, σταματάει να πληρώνει τοκοχρεολύσια, έρχεται σε επαφή με τους πιστωτές της, έτσι ώστε να συμφωνηθεί ένας σταδιακός, εφικτός τρόπος πληρωμής μέρους των χρεών της και ισοσκελίζει παράλληλα τα έσοδα, με τα έξοδα της στον προϋπολογισμό – αφού παύει πια να έχει πρόσβαση στο διεθνή δανεισμό (κάτι που φυσικά ήδη συμβαίνει στην Ελλάδα). Από την άλλη πλευρά, ο ιδιωτικός τομέας της (τράπεζες, επιχειρήσεις κλπ.) αναζητάει τις δικές του λύσεις, επειδή γίνεται πλέον πολύ δύσκολος τόσο ο δανεισμός του, όσο και η διατήρηση ελλειμμάτων στο εξωτερικό ισοζύγιο – ένα καθόλου ευχάριστο «σενάριο», αλλά όχι συνώνυμο με τη συντέλεια του κόσμου.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια η χώρα εδώ δεν υποχρεώνεται στην εκποίηση των επιχειρήσεων της ή στο ξεπούλημα των περιουσιακών στοιχείων της (εάν δεν διακρίνεται από μία «ενδοτική» κυβέρνηση), διατηρώντας έτσι τις μελλοντικές προοπτικές της. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για ένα κράτος-ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης, το οποίο δεν κινδυνεύει με τεράστιες υποτιμήσεις του νομίσματος του, με ανεξέλεγκτες επιδρομές τραπεζών (Bank run), με μαζική έξοδο κεφαλαίων κοκ.
Περαιτέρω, εάν αντί για τη στάση πληρωμών αποφασισθεί η, «εκβιαζόμενη» από τη Γερμανία, «επιλεκτική χρεοκοπία» (μία αρκετά ευφάνταστη λέξη, με στόχο την «ωραιοποίηση» της πτώχευσης – μία «μεταλλαγμένη» απειλή λοιπόν), η αναβολή δηλαδή των πληρωμών (ή κάποιων από αυτών) για ένα χρονικό διάστημα, όπου η Ελλάδα, με τη βοήθεια του μηχανισμού στήριξης (EFSF), θα προσπαθήσει να εξαγοράσει μέρος των ομολόγων της σε χαμηλότερη τιμή, το αποτέλεσμα θα είναι η χρόνια παραμονή της χώρας μας στον «ορό» της Γερμανίας – επομένως, η μετάλλαξη της σε φτωχό προτεκτοράτο, σε δορυφόρο καλύτερα της μερκαντιλίστριας καγκελαρίου.
Παράλληλα, η Ελλάδα θα υποχρεωθεί αφενός μεν στην παροχή ενυπόθηκων εγγυήσεων στο μηχανισμό στήριξης, αφετέρου στην πώληση δημοσίων επιχειρήσεων και ακίνητης περιουσίας - πολύ πιθανόν σε εξευτελιστικές τιμές υποτέλειας και χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον της.
Απλούστερα, με την «επιλεκτική χρεοκοπία» θα πληρώσουμε το δημόσιο χρέος στο μεγαλύτερο μέρος του (εάν έχουμε τύχη και δεν το εξοφλήσουμε στο σύνολο του), θα συνεχίσουμε να επιβαρυνόμαστε με τοκογλυφικούς τόκους, θα χάσουμε ολοκληρωτικά την εθνική μας κυριαρχία, δεν θα βγούμε ποτέ στις αγορές, θα κυβερνιόμαστε «δημοσιονομικά» από ξένες δυνάμεις, θα εκποιήσουμε όλα μας τα περιουσιακά στοιχεία, θα λεηλατηθεί η ιδιωτική περιουσία, θα πεινάσουν οι Έλληνες και, στο τέλος, θα χρεοκοπήσουμε εξαθλιωμένοι – σαν τη στυμμένη λεμονόκουπα.
Ολοκληρώνοντας, όταν κλείνουν όλες οι επιχειρήσεις, η ανεργία εκτοξεύεται στα ύψη, η ύφεση «μαίνεται», οι μισθοί μειώνονται και οι αξίες των βασικών περιουσιακών στοιχείων εκμηδενίζονται (μετοχές, ακίνητα κλπ.), τι νόημα έχει η εξόφληση των δανειστών για τους Πολίτες;
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΔΙΔΥΜΩΝ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΩΝ
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, η συνεχώς μειούμενη ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας θεωρείται από πολλούς ότι είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τα «δίδυμα ελλείμματα» της (δημόσιο έλλειμμα προϋπολογισμού και ιδιωτικό κυρίως έλλειμμα ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών), τα οποία αυξάνουν συνεχώς το δημόσιο χρέος της - συνεπικουρούμενα από διαρκώς αυξανόμενους τόκους με όλο και πιο υψηλά επιτόκια (το 80% περίπου του δημοσίου χρέους προέρχεται από τόκους, με ένα μεγάλο μέρος του υπολοίπου 20% να οφείλεται στη διαφθορά κάποιων πολιτικών). Εν τούτοις, εμείς έχουμε την άποψη ότι σήμερα δεν είναι η μοναδική πηγή των προβλημάτων της.
Δηλαδή, θεωρούμε ότι τα ελλείμματα είναι αυτά που προκαλούν τη μείωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας μας (την αύξηση των τόκων, του δημοσίου χρέους κλπ.), ενώ προκαλούνται από τη χρήση οικονομικών όπλων: μεταξύ των οποίων της τεχνητής υποτίμησης του γερμανικού ευρώ, της ανάλογης ανατίμησης του ελληνικού, καθώς επίσης της επέκτασης των πολυεθνικών φοροφυγάδων εντός συνόρων - παράγοντες που έχουν συμβάλλει τα μέγιστα στην αποβιομηχανοποίηση της Ελλάδας, από την οποία πηγάζει η μειωμένη ανταγωνιστικότητα της.
Ας σημειώσουμε εδώ ότι, η αύξηση της ανταγωνιστικότητας στους τομείς των υπηρεσιών (στους οποίους δραστηριοποιείται κυρίως η Ελλάδα) είναι πολύ πιο δύσκολη, από την αύξηση της στους τομείς της μεταποίησης (βιομηχανία κλπ.) – γεγονός που επεξηγεί τα προβλήματα μίας αναπτυξιακής οικονομικής πολιτικής, καθώς επίσης την προδιαγεγραμμένη, παταγώδη αποτυχία των όποιων μέτρων λιτότητας εφαρμόζονται. Πόσο μάλλον όταν τόσο τα ελλείμματα, όσο και το χρέος, καθιστούν αδύνατες τις επενδύσεις σε νέους τομείς - μέσω των οποίων θα αυξανόταν η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας.
Περαιτέρω, οι ομοιότητες που παρουσιάζει η Ελλάδα με τις Η.Π.Α. στον παραπάνω προβληματισμό, με μία χώρα δηλαδή επίσης «εντάσεως υπηρεσιών» που όμως δεν αμφισβητείται η ανταγωνιστικότητα της, όπως συμβαίνει με την Ελλάδα (χωρίς φυσικά να συγκρίνουμε τα μεγέθη των δύο οικονομιών), είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς.
Πολύ περισσότερο όταν η λύση και για τις δύο χώρες είναι μάλλον κοινή, εάν δεν αλλάξουν ριζικά συμπεριφορά τα πλεονασματικά κράτη: η στάση πληρωμών δηλαδή, η αναδιαπραγμάτευση του χρέους και η επαναβιομηχανοποίηση, όπου όμως οι Η.Π.Α. έχουν προφανώς πολύ περισσότερες επιλογές (στρατιωτική επίλυση της διαμάχης, ολοκλήρωση της εισβολής του ΔΝΤ στην ΕΕ, πληθωριστική μείωση των χρεών με τύπωμα νέων χρημάτων, χρηματοπιστωτικές επιθέσεις, προστατευτισμός κλπ.).
Εάν τυχόν βέβαια η Ελλάδα χρεοκοπήσει ανεξέλεγκτα, το κόστος δανεισμού των Η.Π.Α. θα αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό που θα υποχρεώσει την κυβέρνηση της υπερδύναμης σε ριζικές αποφάσεις. Όσον αφορά τώρα ειδικά τα «δίδυμα ελλείμματα», τα εξής:
(α) Το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού (αφορά το δημόσιο τομέα): Στην προκειμένη περίπτωση, τα έσοδα του κράτους δεν αρκούν για την κάλυψη των δαπανών του ενώ, όταν τα έσοδα δεν φθάνουν για την πληρωμή όλων των εξόδων, εκτός από τους τόκους και τα χρεολύσια (δόσεις δανείων), μιλάμε για πρωτογενή ελλείμματα. Ο Πίνακας Ι εδώ θα μας βοηθήσει στην κατανόηση του θέματος:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Βασικά μεγέθη του προϋπολογισμού, χωρίς παρεμβάσεις, σε δις €
* Σύνολο δαπανών πλην τόκους πλην πρωτογενείς
Σημείωση: Τα έσοδα καλύπτουν πλήρως τις πρωτογενείς δαπάνες, αυτές δηλαδή χωρίς τους τόκους και το ΠΔΕ. Επομένως τόσο οι μισθοί, όσο και οι συντάξεις, δεν πληρώνονται από το δανεισμό μας.
** ΑΕΠ 2009: 235.017 ΑΕΠ 2010: 230.173
*** Συμπεριλαμβάνονται στις πρωτογενείς δαπάνες
Πηγή: Μεσοπρόθεσμο από 10.06.2011
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, τα έσοδα του κράτους δεν φθάνουν για την κάλυψη των εξόδων του – ούτε καν για τις πρωτογενείς δαπάνες. Επομένως, δημιουργείται κάθε χρόνο έλλειμμα («ζημίες χρήσης»), το οποίο προστίθεται στο δημόσιο χρέος, αυξάνοντας το συνεχώς. Η αύξηση τώρα του χρέους υποχρεώνει τους πιστωτές καταρχήν σε υψηλότερα επιτόκια, λόγω μεγαλύτερου ρίσκου, οπότε σε δυσβάστακτους τόκους - στη συνέχεια, σε διακοπή της παροχής δανείων, αφού είναι πλέον εμφανές ότι το κράτος δεν μπορεί να ανταπεξέλθει με την εξόφληση των υποχρεώσεων του. Στην προκειμένη περίπτωση, όταν κατηγορεί κανείς τους τοκογλύφους δανειστές ή τις αναξιόπιστες εταιρείες αξιολόγησης, είναι μάλλον εκτός πραγματικότητας – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εγκρίνουμε τις μεθόδους τους.
Η κάλυψη τώρα του ελλείμματος αυτού, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της σκιώδους διακυβέρνησης της χώρας μας (μεσοπρόθεσμο), προβλέπει αφενός μεν νέους φόρους της τάξης των 100 δις € για τα επόμενα πέντε έτη, αφετέρου εκποίηση δημόσιας περιουσίας, καθώς επίσης εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις, συνολικού ύψους 50 δις €.
Δηλαδή, με στόχο τη σταθεροποίηση του δημοσίου χρέους μας το 2015 στα επίπεδα του 2010 (περί τα 350 δις € ή 150% του ΑΕΠ), η κυβέρνηση προτείνει την μεταφορά πόρων ύψους 100 δις € από τον ιδιωτικό τομέα, από τους Πολίτες λοιπόν στο κράτος (και από εκεί στους δανειστές), καθώς επίσης την πώληση περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου ύψους 50 δις €.
Με τον τρόπο αυτό το προϋπολογιζόμενο χρέος του 2015, ύψους 500 δις €, θα περιορισθεί στα 350 δις € – ενώ η όποια προσπάθεια μείωσης των δαπανών του κράτους (απόλυση δημοσίων υπαλλήλων, περιορισμός των συντάξεων κλπ.), θα οδηγηθεί στην πληρωμή των νέων τόκων. Απλούστερα, η ιδιωτική περιουσία, τα χρήματα των Ελλήνων Πολιτών δηλαδή, ένα μέρος των μισθών τους και η δημόσια περιουσία, θα χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των μελλοντικών δαπανών του αχόρταγου κρατικού μηχανισμού, καθώς επίσης των τόκων των διεθνών τοκογλύφων – χωρίς να μειωθεί καθόλου ο δανεισμός του κράτους (!)
Όμως οι νέοι φόροι, με εξαίρεση ίσως τους φόρους ακινήτων, μέσω των οποίων προγραμματίζεται η μεταφορά περιουσιακών στοιχείων από τον ιδιωτικό τομέα στο δημόσιο («κλοπή» της ιδιωτικής περιουσίας), είναι πολύ δύσκολο να έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα – αφού μειώνεται η φορολογική βάση. Με τον Πίνακα Ι που ακολουθεί, αναλύουμε τον συγκεκριμένο προβληματισμό:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Παράδειγμα φορολόγησης με διαφορετικούς συντελεστές
* Υπόθεση εργασίας
Στο παραπάνω «παράδειγμα», εάν αυξηθούν οι συντελεστές φορολόγησης των επιχειρήσεων στο 50%, από το 20% (υπόθεση εργασίας), τότε πλήττονται (σκόπιμα ή μη) τα κέρδη τους – οπότε, αντί να εισπράξει το κράτος 2 δις € με συντελεστή 20%, εισπράττει μόλις 500 εκ €, παρά την αύξηση του συντελεστή στο 50%. Εκτός αυτού φυσικά, πολλές εταιρείες μεταναστεύουν στο εξωτερικό, λόγω της υψηλής φορολόγησης, με αποτέλεσμα να συνεχίζει η αποβιομηχανοποίηση της χώρας, να αυξάνεται η ανεργία, να επιδεινώνεται το εμπορικό ισοζύγιο κλπ. Η πλήρης αποτυχία επίτευξης των στόχων του υφεσιακού ΔΝΤ-προγράμματος το πρώτο εξάμηνο του 2011 (αλλά και το 2010), τεκμηριώνει με τον καλύτερο τρόπο την ανάλυση μας.
Οι ιδιωτικοποιήσεις τώρα (άρθρο μας), περιορίζουν μεν τα χρέη ενός κράτους στο παρόν, αλλά ταυτόχρονα μειώνουν τα έσοδα του στο μέλλον – όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις επιχειρήσεις. Για παράδειγμα, εάν η Ελλάδα πουλήσει τη ΔΕΗ, θα εισπράξει σήμερα ένα ποσόν της τάξης των 1,2 δις € (συμμετοχή του δημοσίου κατά 51,5%), αλλά θα χάνει μερίσματα ύψους περί τα 260 εκ. € ετήσια – ενώ η πολυεθνική που θα την εξαγοράσει, θα πληρώνει αφενός μεν λιγότερους φόρους (δια της γνωστής μεθόδου της φοροαποφυγής), αφετέρου θα μειώσει το προσωπικό, επιβαρύνοντας τα δημόσια ταμεία τουλάχιστον με 50-100 εκ. € ετήσια (επιδόματα ανεργίας κλπ.).
Επομένως, παρά το ότι μειώνεται προς στιγμήν το δημόσιο χρέος, επιβαρύνεται στο άμεσο μέλλον ο προϋπολογισμός, τα ελλείμματα του οποίου «εκβάλλουν» ξανά στο χρέος – στην περίπτωση της ΔΕΗ τουλάχιστον με 400 εκ. € ετησίως. Το γεγονός αυτό έχει αποδειχθεί στις Η.Π.Α., όπου οι εκτεταμένες, νεοφιλελεύθερες ιδιωτικοποιήσεις τη δεκαετία του ‘80 από τα παιδιά του Σικάγου, μείωσαν καταρχήν το χρέος, αλλά στη συνέχεια εκτόξευσαν το έλλειμμα – με αποτέλεσμα η υπερδύναμη να είναι σήμερα αφενός μεν διπλά ελλειμματική (προϋπολογισμός, ισοζύγιο), αφετέρου υπερχρεωμένη (άρθρο μας).
Η λύση εδώ είναι προφανώς ο ισοσκελισμός του προϋπολογισμού – με τον περιορισμό των υπερβολικών δαπανών του δημοσίου, τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού, τον εξορθολογισμό των φόρων, την αύξηση των εσόδων μέσω της ανάπτυξης της οικονομίας μας (αύξηση του ΑΕΠ), τη φορολόγηση των πολυεθνικών επί του τζίρου τους, την αύξηση της κερδοφορίας των δημοσίων επιχειρήσεων και την πληρωμή (συμψηφισμός) των γερμανικών αποζημιώσεων.
(β) Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (αφορά κυρίως τον ιδιωτικό τομέα): Εάν η αξία των εξαγωγών μία χώρας (συμπεριλαμβανομένων των τουριστικών «εισροών»), είναι μικρότερη από την αξία των εισαγωγών της, τότε αναφερόμαστε σε ελλειμματικό ισοζύγιο εξωτερικών (τρεχουσών) συναλλαγών. Στην περίπτωση αυτή, οι αποταμιεύσεις του εξωτερικού (των πλεονασματικών χωρών δηλαδή), χρηματοδοτούν ένα μέρος των επενδύσεων και της κατανάλωσης του εσωτερικού. Αυτό σημαίνει με τη σειρά του ότι, η οικονομία μίας χώρας που έχει συνεχώς έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της, αυξάνει διαρκώς το εξωτερικό της χρέος (δημόσιο και ιδιωτικό).
Σε τελική ανάλυση τώρα, οι οικονομίες που διακρίνονται από χρόνια ελλείμματα στο ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών τους, είναι οι χρεωμένες οικονομίες έναντι του εξωτερικού. Αντίθετα, οι οικονομίες που έχουν χρόνια πλεονάσματα στα ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών τους, είναι οι οικονομίες που δανειοδοτούν τις ελλειμματικές χώρες. Ο Πίνακας ΙΙΙ είναι αντιπροσωπευτικός των παραπάνω:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙIΙ: Πλεονασματικές – Ελλειμματικές χώρες (Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών) σε δις $ - Εκτιμήσεις 2009
Πηγή: The World Factbook
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση: Οι πλεονασματικές χώρες είναι οι δανειστές των ελλειμματικών. Για παράδειγμα, το έλλειμμα του ισοζυγίου των Η.Π.Α. χρηματοδοτείται κυρίως από την Κίνα και την Ιαπωνία, αφού διαφορετικά δεν θα μπορούσε να υπάρχει.
Συνεχίζοντας, χρόνιο έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών σημαίνει ότι, οι Πολίτες της συγκεκριμένης χώρας καταναλώνουν ή/και επενδύουν κάθε χρόνο περισσότερα υλικά αγαθά και υπηρεσίες, από ότι οι ίδιοι παράγουν – οπότε τα ελλείμματα τους χρηματοδοτούνται με εξωτερικά δάνεια. Επίσης ότι, αποταμιεύουν λιγότερα από όσα επενδύουν, αφού η συνολική αποταμίευση των Πολιτών μίας χώρας, χρηματοδοτεί όλες τις επενδύσεις, καθώς επίσης τη διαφορά που προκύπτει από την αξία των εξαγωγών, μείον την αξία των εισαγωγών.
Για την τεκμηρίωση των παραπάνω, σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών (2010) η ιδιωτική αποταμίευση στην Ελλάδα μειώθηκε από 15,4% του ΑΕΠ το 2004, σε 9,9% του ΑΕΠ το 2007. Έτσι, η χρηματοδότηση των επενδύσεων, καλύφθηκε από την αρνητική αύξηση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, από 10,3% του ΑΕΠ το 2004, στα 14,7% του ΑΕΠ το 2007. Ο Πίνακας ΙV εμφανίζει το άθροισμα των ελλειμμάτων του δημοσίου και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, για τις χώρες της GIPS:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙV: Άθροισμα ελλειμμάτων χωρών της GIPS για το 2009
* Δημόσιο έλλειμμα και έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών
Πηγή: ΤτΕ 2010
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση: Οι Γερμανοί, οι Ιάπωνες και οι Κινέζοι, είναι οι σημερινοί πρωταθλητές της αποταμίευσης.
Περαιτέρω, η κατάσταση αυτή οδηγείται προφανώς σε αδιέξοδο, όπως και τα συνεχή ελλείμματα του δημοσίου, αφού τα εξωτερικά δάνεια των ιδιωτών κλπ. δεν μπορούν κάποια στιγμή να χρηματοδοτηθούν από τις αγορές – λόγω της τεράστιας αύξησης των επιτοκίων και, στη συνέχεια, της «στάσης δανεισμού».
Εάν δε συνυπολογίσουμε εδώ ότι, η μείωση των μισθών των εργαζομένων, σε συνδυασμό με την υψηλότερη φορολόγηση επιχειρήσεων και ιδιωτών, θα έχει σαν λογικό αποτέλεσμα τον περαιτέρω περιορισμό των αποταμιεύσεων και κατ’ επέκταση των επενδύσεων, η αυτοκτονία της Ελληνικής Οικονομίας είναι προδιαγεγραμμένη. Ο Πίνακας V τώρα που ακολουθεί, αναφέρεται στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της Ελλάδας:
ΠΙΝΑΚΑΣ V: Εξέλιξη ισοζυγίου της Ελλάδας (σε ποσοστά επί του ΑΕΠ)
Πηγή: Κομισιόν
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα V μετά την είσοδο μας στην Ευρωζώνη, το ισοζύγιο μας επιδεινώθηκε σε τεράστιο βαθμό. Ένας δε από τους λόγους, για τους οποίους το ισοζύγιο μας έκτοτε είναι αρνητικό, δεν είναι άλλος από την αυξημένη δραστηριοποίηση των πολυεθνικών στη χώρα μας – οι οποίες εισάγουν όλο και περισσότερα προϊόντα από τα κράτη που εδρεύουν, πληρώνοντας όλο και λιγότερους φόρους, με τη βοήθεια της φοροαποφυγής (transfer pricing, Offshore) – με παράλληλο αποτέλεσμα την αποβιομηχανοποίηση της χώρας, λόγω damping, μικρού συγκριτικού μεγέθους αγοράς κλπ.
Η λύση εδώ είναι προφανώς η επαναβιομηχανοποίηση της Ελλάδας, η αύξηση των εξαγωγών, η ανάπτυξη του τουρισμού και η μείωση των εισαγωγών, έτσι ώστε να ισοσκελισθεί το ισοζύγιο μας. Εδώ ακριβώς χρειάζεται ένα σχέδιο τύπου Marshall για τη χώρα μας από την Ευρώπη και όχι νέα «καταναλωτικά» δάνεια, τα οποία επιδεινώνουν διαρκώς τον προϋπολογισμό μας - μέσω των τόκων εξυπηρέτησης τους. Ας σημειωθεί επί πλέον ότι, τα δάνεια που μας χορηγούνται από την Τρόικα κατευθύνονται σχεδόν στο σύνολο τους στην πληρωμή των δανειστών μας (στις ευρωπαϊκές κυρίως τράπεζες, για τη διάσωση τους), χωρίς καν να χρειάζεται η «εμφάνιση» τους στο λογιστήριο του κράτους μας.
ΤΑ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΟΥΝΤΑ ΕΥΡΩΔΟΧΕΙΑ
Σύμφωνα με πρόσφατη οικονομική μελέτη (αναλυτικό άρθρο μας σχετικό με τις πιστώσεις «Target-2» του συστήματος της ΕΚΤ), το 88% των ελλειμμάτων των ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών των χωρών της GIPS, κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών ετών, μετά το ξέσπασμα της κρίσης δηλαδή, χρηματοδοτείται από το σύστημα Target της ΕΚΤ. Πρόκειται ουσιαστικά για 314 δις € (με ημερομηνία το Μάρτιο του 2011), τα οποία είναι τα χρήματα που δανείσθηκαν οι κεντρικές τράπεζες των τεσσάρων ελλειμματικών χωρών, «εκτός πιστωτικών ορίων» - χρήματα (υπεραναλήψεις), τα οποία ήταν απαραίτητα για τη διατήρηση της ρευστότητας στο εσωτερικό τους.
Τα δανειακά αυτά χρήματα, τα οποία έλαβαν οι κεντρικές τράπεζες των χωρών της GIPS από την ΕΚΤ, χρησιμοποιήθηκαν για να εξασφαλίσουν τη ροή των προϊόντων (εισαγωγές), καθώς επίσης την αγορά διαφόρων περιουσιακών στοιχείων (μετοχές, ομόλογα, αγορές εταιρειών, τίτλοι ιδιοκτησίας κλπ.), από τους Έλληνες, τους Ιρλανδούς, τους Πορτογάλους και τους Ισπανούς. Η ενέργεια αυτή της ΕΚΤ θεωρείται «ορθολογική», αφού διαφορετικά δεν θα είχε αποφευχθεί η ξαφνική χρεοκοπία πολλών μαζί χωρών της Ευρωζώνης.
Στην πραγματικότητα βέβαια, πρόκειται για ένα τεράστιο «de facto bail out», για μία διάσωση δηλαδή των κρατών αυτών, παρά τις απαγορεύσεις της συνθήκης του Μάαστριχτ. Ακόμη περισσότερο είναι, σε τελική ανάλυση, μία «δημοσιονομική» παροχή πιστώσεων των πλεονασματικών προς τις ελλειμματικές χώρες η οποία, στον πυρήνα της, δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μία «μονεταριστική πολιτική». Επίσημα, τέτοιου είδους μεταφορές πόρων γίνονται μόνο εντός ομοσπονδιακών κρατών. Για παράδειγμα, είναι σαν να μεταφέρονται χρήματα εντός Γερμανίας, από το Ανόβερο στο Αμβούργο.
Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, την Πορτογαλία επίσης, το σύνολο των ιδιωτικών και δημοσίων εισροών κεφαλαίων τα τελευταία τρία χρόνια ήταν σχεδόν μηδενικό. Δηλαδή, ούτε οι ιδιώτες (επιχειρήσεις, καταναλωτές κλπ.) δεν τοποθέτησαν νέα κεφάλαια στην Ελλάδα, για να χρηματοδοτήσουν το εξωτερικό έλλειμμα του ισοζυγίου, ούτε το δημόσιο (δεν «ρευστοποιήθηκαν» περιουσιακά στοιχεία κλπ.). Επομένως, τα ελλείμματα των ισοζυγίων εξωτερικών συναλλαγών και των δύο χωρών χρηματοδοτήθηκαν «σιωπηρά» από την ΕΚΤ (76 δις € για την Ελλάδα και 54 δις € για την Πορτογαλία) – η οποία θεωρείται πλέον ως η πιο επικίνδυνη τράπεζα του πλανήτη (ενδεχομένως μαζί με τη Fed).
Φυσικά αυτό έγινε σταδιακά, καθώς επίσης με εναλλαγές, όπου ενδιάμεσα υπήρχαν εισροές κεφαλαίων, τόσο από τον ιδιωτικό, όσο και από το δημόσιο τομέα – ταυτόχρονα βέβαια, ισοδύναμες σχεδόν εκροές. Συνολικά όμως για τα τρία χρόνια, οι εισροές κάλυψαν τις εκροές, οπότε επιβαρύνθηκε ουσιαστικά μόνο η ΕΚΤ.
Στην Ισπανία τώρα τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά, αφού υπήρχαν πάντοτε κεφαλαιακές εισροές εκ μέρους του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες χρηματοδοτούσαν το εξωτερικό έλλειμμα του ισοζυγίου – οπότε η κεντρική τράπεζα της χώρας προσέθετε χρήματα μόνο βοηθητικά, για τη χρηματοδότηση των επί πλέον (ελλειμματικών) εισαγωγών. Έτσι λοιπόν, όλα τα Target-δάνεια της κεντρικής τράπεζας της Ισπανίας από την ΕΚΤ ήταν μόλις 46 δις € και για τα τρία χρόνια – παρά το ότι το έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών της χώρας διαμορφώθηκε συνολικά στα 207 δις €.
Στην Ιρλανδία συνέβη ακριβώς το αντίθετο, γεγονός που σημαίνει ότι υπήρξε μαζική φυγή κεφαλαίων από τη χώρα (ενώ, παρά τα όσα κατά καιρούς λέγονται, δεν μεσολάβησε μαζική φυγή κεφαλαίων από την Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ). Το συμπέρασμα αυτό, η μαζική φυγή κεφαλαίων δηλαδή από την Ιρλανδία (πιθανολογούμε ότι κάτι ανάλογο θα συμβεί και στην Ιταλία), τεκμηριώνεται από το ότι, το συνολικό έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών της Ιρλανδίας, για τα τρία πάντοτε τελευταία χρόνια, διαμορφώθηκε στα 16 δις €, ενώ τα Target-δάνεια εκτοξεύθηκαν στα 145 δις € (σχεδόν όσο το ΑΕΠ της χώρας, ύψους 160 δις €).
Απλούστερα, από την Ιρλανδία έφυγαν κεφάλαια ύψους σχεδόν 130 δις €, τα οποία ουσιαστικά «αφαιρέθηκαν» άμεσα από την ΕΚΤ και έμμεσα από τους Ευρωπαίους φορολογουμένους (αφού οι τράπεζες της χώρας δεν τα είχαν στη διάθεση τους ενώ, όπως γνωρίζουμε πλέον, η κεντρική τράπεζα της Ιρλανδίας τύπωσε μόνη της χρήματα, ύψους περί τα 60 δις € - με εντολή φυσικά της ΕΚΤ, η οποία έτσι βοήθησε τις ξένες εταιρείες που είχαν δημιουργήσει το δήθεν οικονομικό θαύμα της χώρας, βασιζόμενο στην εκτεταμένη, νόμιμη φοροδιαφυγή των πολυεθνικών, να «φυγαδεύσουν» τα άκρως κερδοσκοπικά κεφάλαια τους, εγκαταλείποντας την Ιρλανδία στην τύχη της).
Ένα επόμενο συμπέρασμα είναι φυσικά το ότι, η ενδεχόμενη φυγή κεφαλαίων από μία χώρα της Ευρωζώνης (πόσο μάλλον σε συνδυασμό με μία στάση πληρωμών και με μία επιδρομή τραπεζών – bank run), δεν καταστρέφει μόνο την ίδια αλλά, πολύ περισσότερο (εφόσον ανήκει στις αδύναμες), όλες τις υπόλοιπες, δια μέσου της ΕΚΤ. Επομένως, εάν τυχόν μεσολαβούσε μία φυγή κεφαλαίων από την Ελλάδα προς τρίτες χώρες, σαν αποτέλεσμα του λανθασμένου χειρισμού της κρίσης η καταστροφή που θα ακολουθούσε θα επιβάρυνε κυρίως την ίδια τη Γερμανία – επειδή μέσω της Bundesbank είναι ο κύριος χρηματοδότης της ΕΚΤ (κάτι που γνωρίζουν σίγουρα τόσο το ΔΝΤ, όσο και οι Η.Π.Α. – επίσης, η ΤτΕ και η Ελληνική κυβέρνηση). (από την Κομισιόν, την Τρόικα και την Γερμανία),
Θα μπορούσε φυσικά να αναρωτηθεί κανείς τι θα συνέβαινε, εάν η ΕΚΤ δεν είχε χρηματοδοτήσει με τον παραπάνω «σιωπηλό» τρόπο τις κεντρικές τράπεζες των χωρών της GIPS (και όχι μόνο). Η απάντηση είναι πολύ απλή: εάν δεν το έκανε η ΕΚΤ, θα υπήρχαν τεράστια προβλήματα ρευστότητας, τα οποία θα είχαν οδηγήσει ήδη σε μαζικές χρεοκοπίες τραπεζών - αφού οι τράπεζες δεν θα μπορούσαν πλέον να αναχρηματοδοτηθούν από το «σύστημα». Κατ’ επέκταση, οι χρεοκοπίες τραπεζών θα ανάγκαζαν τα κράτη επίσης να χρεοκοπήσουν, με τελικό αποτέλεσμα την ολοκληρωτική χρεοκοπία πολλών χωρών της Ευρωζώνης – ακόμη και των πλέον ισχυρών.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, από τους τέσσερις τομείς της οικονομίας μας (ναυτιλία, εμπόριο, κατασκευές και χρηματοπιστωτικός τομέας), οι οποίοι συνέβαλλαν στην ανάπτυξη της περιόδου 1996-2008 (με μέσο ρυθμό 3,7%) οι δύο (εμπόριο και κατασκευές) είναι αφενός μεν προστατευμένοι από το διεθνή ανταγωνισμό, αφετέρου σχετικά χαμηλής έντασης τεχνολογίας. Οι εκτεθειμένοι στο διεθνή ανταγωνισμό τομείς, όπως ο τουρισμός και η μεταποίηση, δεν αναπτύχθηκαν με τον ίδιο ρυθμό, λόγω της μικρότερης συγκριτικά παραγωγικότητας τους - η οποία δεν αντισταθμιζόταν από χαμηλότερες τιμές.
Περαιτέρω, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα, παρά το ότι αυξήθηκε σημαντικά το χρονικό διάστημα 1996-2008, ευρίσκεται ακόμη σε αρκετά χαμηλότερο επίπεδο, σε σχέση με το μέσο της Ευρωζώνης. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη σύνθεση των οικονομικών δραστηριοτήτων – στη συγκέντρωση δηλαδή σε κλάδους χαμηλής έντασης κεφαλαίου και τεχνολογίας, όπως είναι ο αγροτικός, οι κατασκευές και το εμπόριο. Ο Πίνακας VI αναφέρεται στο μισό περίπου των απασχολουμένων στην Ελλάδα:
ΠΙΝΑΚΑΣ VI: Απασχολούμενοι στην Ελλάδα, σε κλάδους προστατευμένους, χαμηλής κεφαλαιακής/τεχνολογικής έντασης ή και τα δύο.
Πηγή: ΤτΕ
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Συνεχίζοντας οι κλάδοι, οι οποίοι αύξησαν περισσότερο το μερίδιο τους στο ΑΕΠ, την περίοδο 1999-2004, σε σχέση με την περίοδο 1971-1980, καθώς επίσης αυτοί που το περιόρισαν, ήταν οι εξής:
ΠΙΝΑΚΑΣ VII: Κυριότεροι κλάδοι μεταβολής μεριδίων στο ΑΕΠ
Πηγή: ΤτΕ
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Οφείλουμε να τονίσουμε εδώ ότι, η παραγωγικότητα του επενδυμένου κεφαλαίου στη Γερμανία είναι διπλάσια από ότι στην Ελλάδα (δηλαδή, για να επιτύχει κανείς το ίδιο κέρδος στην Ελλάδα χρειάζεται τα διπλά κεφάλαια, από ότι στη Γερμανία), γεγονός που οφείλεται σε πολλούς παράγοντες (γραφειοκρατία, έλλειψη πλαισίου στην Ελλάδα, μέγεθος επιχειρήσεων, φεουδαρχική εταιρική διακυβέρνηση κλπ.). Εδώ οφείλεται ίσως η τεράστια μείωση του μεταποιητικού τομέα, η οποία τεκμηριώνει την έκταση της αποβιομηχανοποίησης της χώρας μας. Ουσιαστικά δε τη μεταφορά του εργατικού δυναμικού από την παραγωγή στις υπηρεσίες, όπως φαίνεται στον Πίνακα VII.
Περαιτέρω, το μερίδιο των μισθών στο καθαρό προϊόν της Ελληνικής Οικονομίας είναι 1,7 φορές μικρότερο από αυτό της Γερμανικής (1,6 από το αντίστοιχο της Ισπανικής!). Δηλαδή, εάν ένα προϊόν κοστίζει στην παραγωγή του 10 €, τα εργατικά συμμετείχαν στο κόστος του, όταν έγινε η μελέτη, με 1 € στην Ελλάδα και με 1,7 € στη Γερμανία – σήμερα, με ακόμη λιγότερα. Παρόλα αυτά, η παραγωγικότητα στη Γερμανία είναι σχεδόν διπλάσια, από αυτήν στην Ελλάδα. Επομένως, η συνέχιση της αντιμετώπισης των προβλημάτων της χώρας μας, με τη συμπίεση του κόστους εργασίας (μισθούς) ανά μονάδα προϊόντος, δεν πρόκειται να μας οδηγήσει πουθενά - ει μη μόνο στην απόλυτη χρεοκοπία, μέσω της μείωσης της κατανάλωσης και κατ’ επέκταση του ΑΕΠ, της φορολογικής βάσης, των εσόδων κλπ.
Κλείνοντας, η συνεχώς αυξανόμενη έκθεση της Ελληνικής Οικονομίας στο διεθνή ανταγωνισμό (Ευρώπη, Παγκοσμιοποίηση), με την απουσία οποιουδήποτε αναπτυξιακού σχεδιασμού, με «συνθήκες Ευρωζώνης» (αδυναμία αυτόνομης δημοσιονομικής, νομισματικής πολιτικής) και με την πρόσφατη υφεσιακή παρωδία, έχει διαβρώσει και θα συνεχίσει να διαβρώνει ακόμη περισσότερο την παραγωγική της βάση, με καταστροφικά αποτελέσματα για το μέλλον της.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Αφενός μεν τα δίδυμα ελλείμματα, αφετέρου το δημόσιο χρέος, σε συνδυασμό με τη δομή της οικονομίας της και το μη υγιές πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρήσεων, μειώνουν διαρκώς την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας - αφού δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί η οποιαδήποτε αναπτυξιακή πολιτική. Η μειωμένη τώρα ανταγωνιστικότητα ανατροφοδοτεί το έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών μας, το οποίο με τη σειρά του «εκβάλλει» αυξανόμενο στο έλλειμμα του προϋπολογισμού και στο δημόσιο χρέος.
Επομένως, η χώρα μας έχει εισέλθει σε έναν ανατροφοδοτούμενο, καθοδικό σπειροειδή κύκλο, ο οποίος πρέπει να σταματήσει άμεσα. Ο μοναδικός ίσως τρόπος πλέον για να το επιτύχει, εάν δεχθούμε ότι η μη αλληλέγγυα Ευρωζώνη δεν πρόκειται ποτέ να εξελιχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, με όρους ισότητας, δεν είναι άλλος από την άμεση στάση πληρωμών – ενδεχομένως παραμένοντας στο Ευρώ αφού δυστυχώς, όσο περνάει ο καιρός και η Ελλάδα βυθίζεται στο σκότος των αλλεπάλληλων μνημονίων με τα ενυπόθηκα δάνεια, η επιστροφή στο εθνικό της νόμισμα (άρθρο μας), χωρίς να καταστραφεί εντελώς, γίνεται ανέφικτη. Στην αντίθετη περίπτωση, κινδυνεύει να «μεταλλαχθεί» σε προτεκτοράτο της Γερμανίας, η οποία χρόνια τώρα «επιβουλεύεται» τον τεράστιο φυσικό πλούτο, τον πολιτισμό και την απίστευτη ομορφιά της.
Επαναλαμβάνουμε λοιπόν ξανά ότι, η χώρα μας χρειάζεται ένα σύνολο μέτρων αναμόρφωσης και ενίσχυσης της οικονομίας της, με κέντρο βάρους τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού (βασικό της ΕΚΤ), την αναδιάρθρωση (επιμήκυνση) του δημοσίου χρέους, την ενίσχυση των εξαγωγών και του τουρισμού, το συμψηφισμό των Γερμανικών αποζημιώσεων, καθώς επίσης τις ευρωπαϊκές παραγωγικές επενδύσεις - μέσω του οποίου θα καταπολεμηθεί η ύφεση, ο στασιμοπληθωρισμός καλύτερα, καθώς επίσης η εγκληματική ανεργία που προκάλεσε η καταστροφική διαχείριση της κρίσης, τόσο εκ μέρους της κυβέρνησης, όσο και της τευτονοκρατούμενης Τρόικας (για την οποία ανέλαβε τη «βρώμικη δουλειά» το ΔΝΤ).
Διαφορετικά, αργά ή γρήγορα, η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να καταφύγει στη στάση πληρωμών (υποθέτουμε ότι καμία υπεύθυνη, Ελληνική κυβέρνηση δεν θα αποφάσιζε την επιλεκτική χρεοκοπία), η οποία θα επιβαρύνει κυρίως τους δανειστές της – ενώ οι Πολίτες της σίγουρα θα αντιδράσουν έγκαιρα στη «λεηλασία» της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας τους, γνωρίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό δεν θα αποφύγουν τη χρεοκοπία, στην οποία όμως δεν θέλουν να οδηγηθούν ανόητα, σαν μία «στυμμένη λεμονόκουπα» (εξαθλιωμένοι δηλαδή, άνεργοι, πεινασμένοι και χωρίς περιουσιακά στοιχεία, όπως η Αργεντινή μετά από τρία χρόνια στα νύχια του ΔΝΤ).
Αθήνα, 14. Ιουλίου 2011
Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Είναι σύμβουλος επιχειρήσεων με πολλά συγγράμματα και μελέτες, ενώ έχει εκδώσει πρόσφατα το βιβλίο «Η κρίση των κρίσεων», το οποίο περιλαμβάνει επιλεγμένα οικονομικά άρθρα του 2009.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου